Τι κι αν τα ‘χανε και τ’ αποκτήσαμε όλα;
Τι κι αν ψάξαμε το δίκιο νομίζοντας ότι θα μας βρει;
Τι κι αν πιστέψαμε στις αψεγάδιαστες πτυχές μας;
Πάλι χαμένοι θα ‘μαστε όταν η δύση θα ‘ρθει…
Δεν είναι οι νευρώσεις που μεγεθύνθηκαν συν τω χρόνω,
δεν είναι η άπειρη σαπίλα που αναβιώθηκε κι αυτή,
δεν πρόκειται για την ατυχία, την αδικία, το φόβο και τον πόνο,
είναι η ειλικρίνεια η εσωτερική που, βλέπεις, θυσιάστηκε πάλι.
Είναι η πηγή της σπουδαιότερης αψιμαχίας,
η πηγή μιας σύγκρουσης που εξωτερικεύεται λάθος,
η λάθος αντίληψη για το ποιο είναι το πρόβλημα στ' αλήθεια,
το βάσανο, το σαράκι, καθετί μας τρώει και κυνηγάμε με πάθος.
Το παράπονο που δεν έπαψε ποτέ να μας στοιχειώνει,
η αδυναμία που επιλέξαμε να φορτώσουμε σκληρά τριγύρω,
η αστάθεια που βαραίνει μια ψυχοσύνθεση κι ας παγώνει,
ένας εγωισμός που μας πάει μπροστά και μαζί πίσω.
Είναι ό, τι έχεις και δε ζήτησες ποτέ,
ό, τι ο δίπλα σου στερήθηκε μα εύχεσαι να είχε,
η κατάρα του να έχεις τα πάντα μα ταυτόχρονα τίποτα,
μια ιδιοκτησία που πάντα το μέλλον τελικά κατείχε.
Οι ψευτοαφορμές κι οι δικαιολογίες που μηρυκάζεσαι συχνά,
η έκρηξη αδημονίας που σα δήμιος σε θερίζει,
καθετί μικρό νόμισες ότι μέλλει γενέσθαι ασήμαντο,
μάντεψε ποιον δεν έπαψε ποτέ να κυνηγά…
Το φαρμάκι που περιλούστηκα δίχως λόγο, δίχως αιτία,
εκείνο που στην μνήμη βρίσκει πάντα καταφύγιο,
με υπομονή κι επιμονή χωνεύτηκε κι αυτό,
ας όψονται η αγάπη, η έγνοια κι η φιλία…
Στις επιλογές αυτές που σε αλλάζουν με μανία,
στο φόβο και την αβεβαιότητα της επόμενης ημέρας,
σε ό, τι κι αν συντηρεί αυτό το μένος,
δείξε προσμονή και διώξ’ την αγωνία…
Γιατί τα σπίτια και το χρήμα,
ο θυμός κι η αμφιβολία,
κάθε κώλυμα νοητό και μη,
δεν θα χει ουδεμία σημασία.
Σκέψου ό, τι έχτισες μα δεν θα γκρέμιζες,
σκέψου πού όλο αυτό θα πάει,
σκέψου αν το τέλος θα σου αρκεί,
ή αν κι αυτό θα μοιάζει με ταινία θλιβερή...
Ό, τι σκέφτηκες που σε πρόβλημα οδηγεί,
ό, τι περιφρόνησες και σου φάνηκε ακραίο,
ό, τι κι αν πίστευες για το ασθενές και το ακμαίο,
μην το πετάς σαν το λάδι στη φωτιά.
Στη στήριξη και την κατανόηση,
Στο διάλογο και τη συνεργασία,
στην ηρεμία και τη γαλήνη,
βάλε κρασί και ό, τι γίνει…
Σε ό, τι εντόπισες μα δίστασες να φτιάξεις,
στην προσωπική αναταραχή που αδυνάτισες ν’ αποτάξεις,
σε ό, τι δε παραδέχτηκες και έκρυψες στο σκοτάδι,
ας όψεται η εκτίμηση μέσα μας βαθιά.
Για κάθε καμάρι και χαμόγελο περήφανο,
για κάθε στεναχώρια και απελπισία νοητή,
για τις λίγες αυτές απέριττες γραμμές,
κάνε πέτρα την καρδιά και να θυμάσαι:
Προχωρά η ζωή αυτή!
Γιώργος Νικόλας Βλάχος
Comments
Post a Comment