Είναι που στην αρχή, όλα μοιάζουν σα μια βουνοκορφή, είναι που στη σιωπή ο φόβος τούτος ξανά σε καρτερεί, είναι που τις νυχτιές ξύνεις δυσεπούλωτες πληγές, είναι κάτι ευχές που σου προδιέγραψαν το άμοιρο το χθες. Στις ακρογιαλιές, πέρα στους γιαλούς που έλεγες, πού ο κόσμος πάει, μα ο χρόνος δεν ξαναγυρνάει, είναι λοιπόν καιρός, με την τύχη να ‘ρθεις τετ-α-τετ, και που το ξέρεις; Τι κι αν όλα τελικά είναι που έρχονται; Έλα χόρεψε, δεν ειν’ καιρός για εκπλήξεις και άσπρα όνειρα, έστω κι αν δε θες, να γοητευτείς από ιδέες τόσο μη υποσχόμενες, να, έλα και δες, τα πιο τρελά όνειρα είναι αυτά που κυνηγάς, που τα ελησμονάς μακροχρόνια, όχι αιώνια, πραγματικά, θέμα λήξαν. Έλα μάντεψε, πιο χαμένες είν’ οι ώρες που μετάνιωσες, που στο τηλέφωνο καθόσουν και αράδιαζες, χίλιες δυο λέξεις ασταθείς με κούφιο νόημα, μια ζωή λήθης άξια, πάντα άξιοι οι δυνατοί. Στους διαδρόμους νιάτα έφαγες, τη ζωή σου όλη επένδυσες, έπειτα στις πύλες έφτασες, της φ