Ξέρεις κάτι; Ξέρεις, απλώς η σκέψη πάει κι έρχεται. Φεύγει κάθε φορά που εσύ προστάζεις, έρχεται κάθε φορά που νομίζεις ότι ξεμπέρδεψες. Έρχεται για να σου θυμίσει ποια είναι η πραγματικότητα που κάποτε όρισες να μην είναι, γιατί, κάποιες φορές, είναι ευκολότερο για όλους να ερμηνευθεί διαφορετικά.
Όμως η αλήθεια στέκεται πάντα εκεί και όταν την κοιτάς σου θυμίζει ότι κομμάτι του εαυτού σου πάντα εκεί θα ανήκει. Γιατί επέλεξες να ακολουθήσεις το συναίσθημα, έστω και για λίγο μονάχα, προτού του γυρίσεις την πλάτη. Η αλήθεια δε χάνεται ξέρεις. Βλέπεις το πρόσωπό της με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο και σου υπενθυμίζει τον κόσμο στον οποίο ζεις, τον κόσμο στον οποίο κάποτε κόλλησες, τον κόσμο στον οποίο ωριμάζεις.
Αντίθετα από αυτό που ορίζουμε ως φυσική πραγματικότητα, το μεγαλύτερο μέρος της πνευματικότητάς μας είναι κάπου αλλού. Πλανιέται όσο πλανάσαι ότι μπορείς να την ελέγξεις, μια και κανείς δεν πρόφτασε να τη δαμάσει. Ο συναισθηματικός μας κόσμος καταλαμβάνει μια δική του διάσταση, πέρα από αυτό που αισθάνεσαι κι αισθάνομαι φυσικά. Το βλέπεις σε κάθε ερέθισμα, σε κάθε κοίταγμα, σε κάθε πισωγύρισμα.
Καμιά φορά είναι δύσκολο να κρίνεις τι αισθάνεσαι, τα όρια λεπταίνουν. Άλλα νιώθεις, άλλα λες κι άλλα κάνεις. Γιατί δεν ήταν ποτέ εύκολο, παραδέξου το. Προσπάθησες να αξιολογήσεις την επιθυμία αλλά κάπου χάθηκε στο μέτρημα. Το συναίσθημα δε μετριέται ξέρεις. Τη μια στιγμή έρχεται, την επόμενη σε κυριαρχεί και τη μεθεπόμενη διαψεύδεται. Κάθε διάψευση και λυγμός, κάθε ξεπέρασμα κι αποχωρισμός.
Περιπλανιέσαι σε ένα αιώνιο κρυφτοκυνηγητό, πρώτα με τον εαυτό σου, έπειτα με το συναίσθημα. Αλλά είναι σαν να κρύβεσαι πίσω από το δάχτυλό σου, αφού πάλι μπροστά σου θα το βρεις. Λες «πάει πέρασε» αλλά γελιέσαι. Μην περιμένεις να φύγουν πράγματα που στην πραγματικότητα δεν άφησες ποτέ. Κακά τα ψέματα, τα έζησες, τα εκτίμησες και αφιέρωσες γι αυτά χρόνο που δεν προφταίνει να μετρήσει κανείς, που δεν ξέρει κανείς, που δεν θα μάθει κανείς.
Κάποια πράγματα τα κρατάς για τον εαυτό σου, γιατί σε αυτά τα θέματα παίζεις και πάλι ταμπού. Το τι νιώθεις δεν προνόησε να ξεστομίζεται κανείς κι ούτε ο ίδιος αντιλαμβάνεσαι το μέγεθός του. Αλλά τελικά, τι σημασία έχει; Πάλι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο η αλήθεια θα νικά και θα σε βασανίζει, μια και δεν τόλμησες να την αντιμετωπίσεις και ποτέ. Οι ανοικτοί λογαριασμοί δεν κλείνουν δια μαγείας, σε περιμένουν…
Προχωρώντας, βλέπεις ότι όλα είναι εφήμερα, ότι δεν έχει αξία να παλεύεις για κάτι που δε θα ‘ρθει ποτέ. Ίσως ορισμένες φορές να είναι κι αυτό ακριβώς η αιτία πάντων δεινών. Τις ευκαιρίες δεν τις κυνηγάς, έρχονται. Έτσι τους άκουσα να λένε. Δεν τους πολύ έχω εμπιστοσύνη, βέβαια. Δεν ξέρω τι θα πει να αγαπάς, δεν ξέρω τι θα πει να ελπίζεις, δεν ξέρω τι θα πει να ευτυχείς. Δεν ξέρουν τι θέλω, δεν ξέρω γιατί, δεν ξέρω… Δεν ξέρω πού βρίσκεις καθένα από αυτά, δεν ξέρω που κρύβονταν πάντα. Δεν ήμουν πάντα καλός στο παιχνίδι αυτό.
Αλλά μην ανησυχείς. Αυτά που κρατάς μέσα σου, τα κρατάνε κι άλλοι. Τι; Επειδή δε πρόφτασες να πεις κουβέντα; Δε βαριέσαι, κανείς δεν υπήρξε τόσο χαζός. Με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο την βρήκαν την αλήθεια που σε βασανίζει, αργά ή γρήγορα, θέλοντας ή μη. Αλλά ξέρεις, κάποια πράγματα φυλακίζονται στην αμοιβαία αιώνια σιωπή. Και δεν τη βιώνεις μήτε εσύ μήτε εγώ μονάχα, αλλά ο καθένας.
Τα χρόνια που χαρακτήρισες σπατάλη, να θυμάσαι ότι σημάδεψαν την τωρινή σου καρικατούρα. Τη σημάδεψαν με τρόπο που εσύ επέλεξες κι ήταν επώδυνα μεν αγύριστα δε. Σε καθοδηγούν, όμως, για το πώς θα πας μπροστά. Σαν πώς κι αλλού να ήθελες να πας, τι νόμιζες; Σε μονόδρομο ζεις κι αναστροφές δεν έχει. Μονάχα ανηφόρες και κατηφόρες, στροφές κλειστές κι ανοικτές που γεμίζουν το δρόμο σου.
Μα να θυμάσαι, όσο μόνος κι έρημος κι αν αισθάνεσαι, εσύ για το καλύτερο το δικό σου πάλεψες. Η καλοσύνη και το ήθος σου δε ξεχνιούνται και όσο δυσπρόσιτος κι αν φάνηκες αυτό ήταν απόκτημά σου. Στο τέλος, η κληρονομιά σου είναι καθετί έκανες, αισθάνθηκες και δεν παραδέχτηκες ποτέ.
Γιώργος Νικόλας Βλάχος
Comments
Post a Comment