Skip to main content

Στιγμές


Είναι στιγμές που απλώς ο χρόνος δεν κυλά με τίποτα. Είναι στιγμές του μαθήματος, πρωινές, καθημερινές, που όλα πάνε βάσει ρουτίνας, πράγμα που καταντά εξαντλητικό. Γι αυτό κοιτάς το άπειρο με την ελπίδα ότι κάτι θα δεις. 

Αναλογίζεσαι πώς έφτασες εκεί. Ο δρόμος ήταν μακρύς αλλά όλο αυτό το ταξίδι στο χώρο και το χρόνο σε οδήγησε εκεί, ανάμεσα σε όλους τους άλλους. Είσαι ένας από αυτούς κι αυτοί μέρος του συνόλου. Αυτή η σχετικότητα σε οδηγεί στο να πάψεις να θεωρείς τον εαυτό σου σημείο αναφοράς και αρχίζεις και προσπαθείς να μπεις στη θέση των άλλων. Μπροστά σε καθέναν από αυτούς απλώνονταν αμέτρητα μονοπάτια κι όμως διάλεξαν το ίδιο με σένα. Συνειδητοποιείς τότε πόσες διαφορετικές κι ανεξερεύνητες πραγματικότητες συνυπάρχουν ταυτόχρονα. Νομίζουμε ότι γνωρίζουμε πολλά κι όμως γνωρίζουμε τόσα λίγα… Και, φυσικά, αυτό που βλέπουμε είναι και το πιο απτό, η συναδελφικότητα. Αλλά πώς πραγματικά να έμοιαζε το ταξίδι των άλλων;

Σιγά σιγά γνωρίζοντας τον κόσμο καλύτερα αρχίζεις και φαντάζεσαι πώς θα μπορούσε να μοιάζει η εκάστοτε πραγματικότητα. Έχοντας υπόψη μέρος προέλευσης και περιβάλλον η φαντασία ξεδιπλώνεται σε πελάγη άγνωστα. Στο μετρό σκέφτεσαι πώς άραγε να κυλίσει η μέρα, και αμέσως μετά ότι την ίδια στιγμή μπορεί να σκέφτεται το ίδιο κάποιος από αυτούς, που μάλιστα να βρίσκεται σε αντίθετη κατεύθυνση σε σχέση με σένα.

Ποιες επιρροές κατέστησαν τον άνθρωπο που αντικρίζω έτσι όπως είναι; Είναι ένα ενδιαφέρον παιχνίδι του μυαλού. Σκέφτεσαι άπειρα σενάρια προσπαθώντας να δικαιολογήσεις συμπεριφορές και στάσεις ζωής, μολονότι ποτέ δεν θα καταφέρεις να φτιάξεις μια εικόνα που να αντικατοπτρίζει ικανοποιητικά την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι μια αλήθεια που μόνο το ίδιο το άτομο μπορεί να γνωρίζει καλύτερα.

Κοιτάς έξω από το παράθυρο και βλέπεις και πάλι την παραδοξότητα στην εναλλαγή της φύσης με τα κτίρια. Είναι όπως πάντα ενδιαφέρουσα. Στο βάθος φαίνεται μέρος του βουνού που βρίσκεται δίπλα, αυτή τη φορά με ένα ελαφρύ πέπλο ομίχλης να σκεπάζει την κορυφή του. Φως και ομίχλη. Ακόμη μια ενδιαφέρουσα αντίφαση. 

Η ώρα δεν μπορεί να περάσει ούτε έτσι. Οι σκέψεις για τη φύση είναι ένας κλασσικός τρόπος να ξεφύγεις, αλλά ίσως τελικά να μην αρκούν. Την παρατήρηση της φύσης διαδέχεται λοιπόν η παρατήρηση των παρευρισκόμενων. Ο χώρος είναι πεπερασμένος και έχει πάψει να έχει τόσο ενδιαφέρον. Βλέπεις πρόσωπα, τα περισσότερα εκ των οποίων τα έχεις γνωρίσει ήδη και ψάχνεις να βρεις από πού να αρχίσεις. Προτεραιότητα δίνεις στην ανακάλυψη των πιο δυσεύρετων διασυνδέσεων. Από αυτούς που δεν έχεις γνωρίσει, όχι όλους εν πάσει περιπτώσει, βλέπεις διπλανούς και συναναστρεφόμενα πρόσωπα γενικότερα. Προσπαθείς να καταλάβεις από τον τόνο και την ένταση της ομιλίας την ποιότητα της παρέας. Είναι ενδιαφέρον. Βρίσκεις ποιότητες που νόμιζες ότι εξέλειπαν, αλλά συνειδητοποιείς ότι, σε μικρό ποσοστό έστω, είναι πανταχού παρούσες.

Σειρά έχουν οι  γνωστοί. Αυτοί είναι πιο εύκολοι, έχεις ήδη μια εικόνα. Λίγο η συζήτηση, λίγο τα media, έχεις σχηματίσει προφίλ. Και πάλι, όσο και να θεωρείς κάποιους δεδομένους ανακαλύπτεις και κάποιον που να ξεχωρίζει. Αυτός ο ένας έστω εκπέμπει κάτι το μυστήριο. Προσπαθώντας να συμβιβάσεις δεδομένα, οι υπολογισμοί δε βγαίνουν και προσπαθείς αυτό κάπου να το αποδόσεις. Και εδώ είναι που ανοίγονται ένα σωρό διαφορετικά σενάρια, γιατί ό, τι υπόθεση και να κάνεις δεν θα μπορείς να είσαι σίγουρος παρά μόνο αν μπεις στον κόπο να το διερευνήσεις σε προσωπικό επίπεδο.

Εκεί είναι που τα πράγματα γίνονται όντως ενδιαφέροντα. Ενδιαφέροντες άνθρωποι που λένε πολλά και ταυτόχρονα τίποτα. Η συζήτηση είναι αδιέξοδη κι έτσι το σύνολο των νέων δεδομένων είναι κενό. Νομίζοντας ότι μιλάς στο Θεό σκαρφίζεσαι ένα σωρό αφορμές από τις οποίες δε δουλεύει καμία. Ή ακόμη κι αν κάποια είναι ιδανική έρχεται το επόμενο εμπόδιο. Πώς θα το συνδέσω έτσι ώστε να υπάρξει μια ομαλή επικοινωνιακή μετάβαση; Υπάρχουν τετριμμένες φόρμουλες που δίνουν εύκολα απάντηση σε αυτό, οπότε μάλλον ο προβληματισμός αυτός ήταν μια ακόμη αφορμή για χρονοτριβή. Ξέρεις ότι κάποια στιγμή η ώρα θα έρθει και πάλι δε θα αισθάνεσαι σίγουρος. Αλλά μάλλον τελικά δεν έχει και σημασία. Αξίζει να το τολμήσεις μόνο και μόνο επειδή σου κεντρίζει το ενδιαφέρον.

Είναι αυτές οι στιγμές που κοιτάς επίμονα το αντικείμενο του ενδιαφέροντος ελπίζοντας πώς κάποια στιγμή θα ανταποδώσει. Κάποτε αυτή η στιγμή έρχεται και εκεί είναι που και το παραμικρό δευτερόλεπτο που θα περάσει έχει σημασία. Γι αυτές τις στιγμές αξίζει να προσπαθείς. 

 Γιώργος Νικόλας Βλάχος

Comments

Popular posts from this blog

Ο δρόμος είν' μακρύς μέχρι τη Λάρισα

Σιχάθηκα τη μετριότητα της ψευδαίσθησής τους δαύτη τη σφοδρότητα της ψυχής κλουβιά είν' όλες αδυσώπητα οι προσδοκίες για την αλλαγή στην ποταπότητα. Κι ελπίζουν μάταια σε φωτεινό Γιν που ο κόσμος να χαλάσει και η γη να χαθεί αύριο για πάντα στη σιγή δεν θα τραπούν ποτέ τους σε φυγή. Είναι του έρωτα το τέρας το αδηφάγο που γεννάται δίχως όρια σαν από μάγο κατάρες μεταμφιεσμένες μέσα σ' έναν τράγο που το λαρύγγι μου σφίγγουν και ξάφνου όλο συνάγω: Συμπεράσματα ματαιόδοξης στορίας είναι αποσπάσματα χτυποκάρδια που σαν ψες ηχούσανε κατάματα απ' το πρωί ως το σούρουπο και τα χαράματα. Που να ήξερα πως τον μονοδρομήσαν μόλις που εγώ εγλίστρησα και ύστερα τρακάρανε απρόσμενα στο ίσωμα συμφέροντα από άτομα μονάχα κι ενδιαφέροντα μα διαφέροντα. Είναι που στην εξοχή τα πάντα τρέχουν από τα παιδιά και τα ρυάκια που μας βρέχουν ως τους καλοπροαίρετους τους γείτονες που αρμέγουν κάθε σπιθαμή αξιοπρέπειας που διαθέτουν. Λυπάμαι για τις άγαρμπες κινήσεις τα...

Το παιδί φάντασμα

Τα δάκρυα του π όνου μου μη δεις π ου αργά , π ιότερο κι α π ' τη σιγή, κυλούνε . Την π ίκρα π ου αγκομαχά σε κάθε μου π νοή μην τη γευτείς μην την αφήσεις να σκιρτήσει φανερά μέσα στο π λήθος . Με τις σταγόνες π ρόσεξε  μη βρέξεις τα γουρλίδικα καλντερίμια μη και στερέψουν α π ό γέλια και φωνές φαρμακερές . Μονάχα π ες μου αν κά π ου αν κά π οτε κι εσύ α π αρνήθηκες το π αιδί φάντασμα του π αρόντος και του π αρελθόντος μή π ως και βρω και γω χέρι δροσερό για να βαστάξω .

Sweet William

Sometimes when I get really anxious, I think that I'm a movie character. For some reason, I suspect that this must have always been the case. Somehow, it's better being nobody than anybody. You just get to feel out of yourself and observe everything. Makes you see clearer. Makes you think less. Makes you appreciate the tiny little drops of French wine swirling in your glass. Makes your glass of wine less fragile. I cannot freak out anymore. The shoelaces of my glutamate receptors are untied already. What I fear the most, then, is being the bad version of myself. Like sticking a knife into a stranger's carotid. Or stealing a young woman's bag. Or suffocating a little kid, who's lost the sense of time and screams. I now drink shots to my lost moments of sobriety. When there wasn't the fear of withdrawal. Withdrawal from this unfair game, where the good ones are those who are tortured the most. I was once told that the stronger your conscience, the more wei...